19/9/08

ΓΙΑ ΤΗ ΔΑΝΕΙΑΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΩΝ

Η ΛΗΣΤΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ και τα ΥΠΕΡΚΕΡΔΗ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΩΝ

Η εργαζόμενη πλειοψηφία, εξαιτίας κατ αρχήν των χαμηλών αποδοχών και των πραγματικών αναγκών της, καταφεύγει στο δανεισμό για να συμπληρώσει το εισόδημά της και δευτερευόντως για πλασματικές-καταναλωτικές ανάγκες.

Περίπου 2,5 εκατομμύρια οικογένειες χρωστούσαν τον Οκτώβρη του 2006 πάνω από 82,5 δισεκατομμύρια ευρώ στις τράπεζες για στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια (42,5% του ΑΕΠ). Τα 54,2€ από αυτά είναι στεγαστικά. Η αύξηση των χρεών των νοικοκυριών είναι 26,7% σε σχέση με την προηγούμενη χρόνια. Αναλογούν τόκοι άνω των 300€ το μήνα σε κάθε ελληνική οικογένεια που χρωστάει.
Κάθε εργάσιμη ημέρα που περνάει, δίνονται 5.500 καταναλωτικά δάνεια και 2.500 πιστωτικές κάρτες. (στοιχεία από διατραπεζικό σύστημα «Τειρεσίας»). 1 δις. € αυξάνει η συνολική χρέωση από δάνεια το μήνα.
Από το καλοκαίρι του 2003 μέχρι σήμερα, έχουν δοθεί 2,3 εκατ. καταναλωτικά δάνεια, συνολικού ύψους 16,5 δισεκατομμυρίων €. Επίσης, έχουν εκδοθεί 2,2 εκατομμύρια πιστωτικές κάρτες, με οφειλές 6,6 δισεκατομμυρίων €. Συνολικά, κυκλοφορούν 5,5 εκατομμύρια πιστωτικές κάρτες με έκδοση μεταγενέστερη του Ιουνίου 2003.
Τα δάνεια που οι δόσεις τους δεν εξοφλούνται κανονικά φτάνουν στο 6,5% έναντι 3,5% στην Ευρώπη. 30.000 λήπτες στεγαστικών δανείων αδυνατούν να πληρώσουν τις δόσεις τους και το χρέος τους ξεπερνάει τα 2 δισ €. Συνολικά σε καθυστέρηση έχουν βγάλει οι τράπεζες καταναλωτικά και στεγαστικά δάνεια ύψους 4 δισ. ευρώ.
Περίπου 1 στα 4 νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος με δάνειο, είναι αναγκασμένο να πληρώνει κάθε μήνα στις τράπεζες περισσότερο από το 1/3 του μηνιαίου εισοδήματός, το οποίο αποτελεί και το «όριο ασφαλείας» που έχει τεθεί από τις ίδιες τις τράπεζες. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της Έρευνας Οικογενειακών Προϋπολογισμών της ΕΣΥΕ για το 2004/2005, το 77,2% των νοικοκυριών δήλωσε δυσκολία στην πληρωμή των υποχρεώσεών τους.
Το 2006 έγιναν από τράπεζες 55.000 κατασχέσεις ακινήτων και 60.000 αυτοκινήτων λόγω δανείων. Κάθε μέρα οι τράπεζες υποβάλλουν μόνο στο ειρηνοδικείο της Αθήνας 70-90 αιτήσεις για κατασχέσεις λόγω δανείων.

Το τραπεζικό κεφάλαιο με την υπερχρέωση των εργαζόμενων έχει εκτός από τα οικονομικά και πολιτικά κέρδη, αφού η αιχμαλωσία λόγω των δανείων επιδρά στη συνείδηση και τη γενικότερη στάση ζωής των εργαζόμενων (επιμήκυνση εργάσιμου χρόνου για εξασφάλιση μεγαλύτερου εισοδήματος προς κάλυψη των δόσεων, επιφύλαξη για συγκρούσεις στο χώρο της δουλειάς και συμμετοχή σε συλλογικές διεκδικήσεις και απεργίες, που σημαίνουν οικονομικό κόστος).

Παλιότερα η κερδοφορία των τραπεζών προέρχονταν κυρίως από τη διαμεσολάβησή τους με δάνεια προς το κεφάλαιο από τις αποταμιεύσεις των εργαζόμενων. Σήμερα, λειτουργούν αντίστροφα. Το μεγαλύτερο μέρος του κέρδους προέρχεται από το δανεισμό των εργαζόμενων, ενώ το κεφάλαιο είναι αυτό που καταθέτει στις τράπεζες σε διάφορα «επενδυτικά» κερδοσκοπικά προγράμματα. Αυτή η τραπεζική πολιτική αποδίδει στις τράπεζες πολλαπλάσια κέρδη εξαιτίας της έκτασης των δανείων, της μεγάλης ψαλίδας επιτοκίων δανεισμού και επιτοκίου καταθέσεων και τις παράλληλες ακριβοπληρωμένες υπηρεσίες (χρέωση εξόδων, προμήθειες, κ.α.).

Κύριες πηγές της μεγάλης κερδοφορίας των τραπεζών από άμεση αφαίμαξη των πελατών τους είναι :
Το μεγάλο ύψος των επιτοκίων δανεισμού. Στα στεγαστικά ο μέσος όρος τους είναι 2% ψηλότερος από το εξωτερικό. Παρόλα αυτά πρόσφατα με απόφαση της κεντρικής τράπεζας αυξήθηκαν τα κυμαινόμενα επιτόκια.
Η μεγάλη διαφορά της τιμής μεταξύ των επιτοκίων καταθέσεων – χορηγήσεων δανείων (3,65% μέσος όρος έναντι 1,68% που είναι στη ζώνη του ευρώ). Τα καταναλωτικά δάνεια σταθερού επιτοκίου είναι ακριβότερα κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με τον μέσο όρο της Ε.Ε. (9% στην Ελλάδα έναντι 6,16% στην Ευρώπη), ενώ τα καταναλωτικά δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου κατά μισή ποσοστιαία μονάδα (8,19% έναντι 7,66%, σύμφωνα με στοιχεία της ΤτΕ).
Η άτοκη εκμετάλλευση των αποταμιεύσεων των μικροκαταθετών. 1,8 δις € χάνουν κάθε χρόνο οι μικροκαταθέτες.
Οι χρεώσεις για αδρανείς λογαριασμούς και τα έξοδα κίνησης για λογ/σμούς με μικρό υπόλοιπο.
Οι χρεώσεις για μια διάφορες συναλλαγές (εξοφλήσεις λογαριασμών ΔΕΚΟ, κ.α.)
Οι κάθε μορφής προμήθειες (για μεταφορές ποσών σε λογ/σμό τρίτων, τραπεζικές μεσολαβήσεις, αναλήψεις μετρητών από πιστωτική κάρτα)
Τα διάφορα έξοδα και υποχρεωτικά ασφάλιστρα που συνοδεύουν τη λήψη του κάθε δανείου.
Τα πρόστιμα που επιβάλλουν σε πρόωρες εξοφλήσεις δανείων
Τα χρήματα που εισπράττουν από τις πωλήσεις των κατασχεμένων περιουσιακών στοιχείων.

Τα περιθώρια κέρδους είναι τεράστια και πλήττουν τα μικρά και μεσαία εισοδήματα.

Παράλληλα, η κερδοφορία τους ενισχύεται από:

Τις φορολογικές ελαφρύνσεις που τους έδωσαν οι τελευταίες κυβερνήσεις. Ο φορολογικός συντελεστής για τις τράπεζες τα τελευταία χρόνια, έπεσε από 45% στο 35% και το 2006 στο 29%, ενώ σε περίπτωση συγχωνεύσεων μειώνεται κατά 10% το χρόνο της συγχώνευσης και 5% τον επόμενο χρόνο. Τη διάταξη αυτή εκμεταλλεύτηκαν όλοι οι μεγάλο όμιλοι για να γίνουν μεγαλύτεροι.
Τη συρρίκνωση του κόστους για τις αμοιβές προσωπικού (λειτουργικό κόστος). Μείωση θέσεων εργασίας, (μόνο στην Εθνική από το 2000 μέχρι σήμερα έχουμε 20% μείωση των σταθερών θέσεων απασχόλησης), χρησιμοποίηση εργασίας φτηνής ελαστικής και μέσω εταιρειών επενοικίασης, εντατικοποίηση του προσωπικού και απλήρωτες υπερωρίες, συστήματα σύνδεσης μισθών με την παραγωγικότητα που συμπιέζουν όπως και οι αυξήσεις των ΣΣΕ τις πραγματικές αμοιβές Η σχέση κόστους προς έσοδα από πάνω από 65% , έπεσε στις περισσότερες τράπεζες κάτω από το 50% . Το λειτουργικό κόστος έχει μειωθεί και παραμένει το χαμηλότερο από τις υπόλοιπες χώρες τις Ευρώπης.
Την με τους νόμους 3029(ΠΑΣΟΚ) και 3371(Ν.Δ.) απαλλαγή των τραπεζιτών από την υποχρέωση υψηλών εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών (μείωση ποσού εργοδοτικών εισφορών για κύρια σύνταξη μέχρι και 53% και για επικουρική 66%). Απαλλαγή από την υποχρέωση κάλυψης ελλειμμάτων των ασφαλιστικών ταμείων.
Την εξάπλωση τους στα Βαλκάνια και την γύρω περιοχή μετά τις εξαγορές τραπεζών (1 στις 3 τράπεζες που πουλήθηκαν στη Ν.Α. Ευρώπη αγοράστηκαν από ελληνικές.

Σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές τράπεζες οι ελληνικές έχουν μεγαλύτερη κερδοφορία και μεγαλύτερο ρυθμό αύξησης κερδών (μέχρι και 62% κατ΄ έτος με μέσο όρο 40-45%). Σήμερα είναι οι πλέον κερδοφόρες επιχειρήσεις στην ελληνική οικονομία με το 40% των συνολικών κερδών.
Τα μετά από φόρους συνολικά κέρδη των 5 μεγάλων ομίλων των ελληνικών τραπεζών υπολογίζονται για το 2006 σε 2,892 δις. € και όλων μαζί σε 3,7 δισ. €
Σε μία περίοδο που τα φαινόμενα της ανεργίας, της οικονομικής ανισότητας και της φτώχειας εντείνονται οι τράπεζες με την στήριξη του κράτους και των κυβερνήσεων έχουν σχέδια για να βάζουν πιο βαθιά το χέρι στη τσέπη μας. Χαρακτηριστικό είναι το σημείο στο νέο νόμο-πλαίσιο για τα ΑΕΙ που προβλέπει λήψη δανείων για να τελειώσουν οι φοιτητές τις σπουδές τους.
Η κοινωνική δυσαρέσκεια επεκτείνεται και για να πέσει στα μαλακά εμφανίζονται διάφοροι φορείς που φτιάχνουν οι ίδιες οι τράπεζες (τραπεζικός μεσολαβητής) ή το κράτος (γενική γραμματεία καταναλωτή) να ασχολούνται με τις ακρότητες (πανωτόκια, πρόστιμα προεξόφλησης, κατασχέσεις περιουσιακών μεγάλης αξίας για μικροοφειλές) μεμονωμένων περιπτώσεων. Το πρόβλημα βρίσκεται στη συνολική κερδοσκοπική πολιτική των τραπεζών και την προστασία τους από το νόμο και το κράτος. Οι καταναλωτικές ενώσεις δεν μπορούν να διεκδικήσουν ομαδικές αποζημιώσεις γι' αυτούς που εκπροσωπούν. Πρέπει να καταφύγουν στη λύση των ατομικών αγωγών και να κονταροχτυπηθούν με τα οργανωμένα νομικά τμήματα των τραπεζών. Ακόμη και αν δικαιωθούν, οι δανειολήπτες παίρνουν τα χρήματά τους ύστερα από χρόνια. Για μικρές διεκδικήσεις, δεν υπάρχει καν αυτή η λύση, καθώς τα δικαστικά έξοδα είναι απαγορευτικά. Η μόνη δυνατότητα που έχουν σήμερα καταναλωτικές ενώσεις είναι να προσφύγουν στα δικαστήρια για να κριθούν παράνομες από τη Δικαιοσύνη ορισμένες χρεώσεις και τακτικές των τραπεζών.
Η ληστρική πολιτική των τραπεζών μαζί με την ανάλγητη εισοδηματική πολιτική των κυβερνήσεων πάνε μαζί, αλληλοσυμπληρώνονται και αποτελούν την ακραία, τρομοκρατική πολιτική που ασκείται σε βάρος των εργαζόμενων.
Από καιρό τώρα οι ταξικές δυνάμεις στο χώρο των τραπεζών έχουν ανοίξει το θέμα: «Πως φτιάχνουν τα κέρδη; Ατμομηχανή των κερδών δάνεια και κάρτες. Τα ελληνικά νοικοκυριά είναι υπερχρεωμένα και πάλι οι χορηγήσεις αυξάνουν». Βάζουν σχετικά αιτήματα στο πλαίσιο διεκδικήσεων που προβάλλουν: «Τόκους σε όλους τους μικροκαταθέτες, όχι στις χρεώσεις εξόδων και προμηθειών, μείωση των επιτοκίων στεγαστικών δανείων και καρτών, άτοκα στεγαστικά δάνεια για χαμηλόμισθους, άνεργους και συνταξιούχους». Η πλειοψηφία των εργαζόμενων στις τράπεζες για να τα βγάλουν πέρα είναι και οι ίδιοι θύματα της υπερχρέωσης. Οι τραπεζίτες επιδιώκουν τη μετατροπή τους σε κυνηγούς δανειοληπτών και πωλητές δανείων και πιστωτικών καρτών.
Υπάρχει έστω και μειοψηφικά συλλογική αλλά και ατομική αντίσταση και προσπάθεια για να αναδειχτεί τη ληστρική λειτουργία των τραπεζών και να προβληθούν αιτήματα που να αρνούνται την αποδοχή της κερδοφορίας των τραπεζών από την καταλήστευση των εργαζόμενων, όπως άτοκα δάνεια στους απολυμένους εργάτες, άπορους, χαμηλόμισθους, μετανάστες, άνεργους, μείωση των επιτοκίων των στεγαστικών και καταναλωτικών δανείων».
Επιτακτική είναι η ανάγκη προβολής αιτημάτων από όλα τα τμήματα του εργατικού κινήματος για μείωση των επιτοκίων δανεισμού των εργαζόμενων, πλήρεις αποζημιώσεις σε όσους έχουν πληγεί από φυσικές καταστροφές, επαναδιαπραγμάτευση των στεγαστικών δανείων των εργατών, τα κέρδη των τραπεζών να γίνουν εργατικές κατοικίες, νοσοκομεία και σχολεία, όχι στις κατασχέσεις περιουσίας εργαζόμενων.

3/3/2007